ενεργειακοί επιθεωρητές: μια ακόμη αποτυχία της «απελευθέρωσης των αγορών»

του Δημήτρη Γεωργάκη, ηλεκτρολόγου μηχανικού, μέλος του σχήματος #block_tee Αριστερή Κίνηση Εργαζόμενων & Ανέργων Μηχανικών

Η θεσμοθέτηση του «ενεργειακού επιθεωρητή» το 2010 (Π.Δ. 100/2010) αποτέλεσε μια πολύ σημαντική τομή στην άσκηση του επαγγέλματος του μηχανικού στην χώρα μας. Οι μακροπρόθεσμες επιδιώξεις έγιναν πολύ πιο καθαρές με την θεσμοθέτηση της «διαδικασίας εκπαίδευσης και εξέτασης των ενεργειακών επιθεωρητών» από το 2011 (ΦΕΚ 2406 Β/31.10.2011). Και παρόλο που οι εξελίξεις στον τομέα αυτό εμφάνισαν «αρρυθμίες» και πισωγυρίσματα, αφού συνέπεσαν με την οικονομική καταστροφή της πλειοψηφίας των μηχανικών και του κλάδου της κατασκευής, δεν αναιρούν την σημασία τους για το μέλλον της άσκησης του επαγγέλματος.

Οι πρόσφατες ρυθμίσεις (Αύγουστος 2016) αν και διευκολύνουν την πρόσβαση των μηχανικών στην ένταξή τους στα μητρώα των ενεργειακών επιθεωρητών, δεν μεταβάλλουν τις βασικές συντεταγμένες της κατάστασης. Και από αυτή την σκοπιά δεν αποκλείεται – αντίθετα πρέπει να αναμένεται – η ολική επαναφορά στην πιο σκληρή εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, περί «ανοίγματος» των κλειστών επαγγελμάτων, και την επαναφορά των σεμιναρίων και των εξετάσεων.

Η «αποτυχία» στην οποία αναφερόμαστε στον τίτλο του παρόντος άρθρου, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι αφορά τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας καθώς και των μηχανικών, τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της κατασκευής και της λειτουργίας των κτιρίων, την ποιότητα αυτών κλπ. Και δεν αφορά φυσικά τα συμφέροντα των εργοδοτών μας, των επιχειρήσεων του κλάδου της κατασκευής, του ΤΕΕ και των διάφορών ΚΕΚ που θησαύρισαν από την κατασκευή μιας νέας αγοράς σεμιναρίων.

Τα βασικά χαρακτηριστικά της θεσμοθέτησης των ενεργειακών επιθεωρητών

  1. Αυτονόμηση ενός μέρους του γνωστικού αντικειμένου της επιστήμης των μηχανικών και μετατροπής του σε ξεχωριστό αντικείμενο πέρα και έξω από τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα, κυρίως μέσω της νομικής του οριοθέτησης.
    Τα θέματα της ενεργειακής απόδοσης και εξοικονόμησης αποτελούσαν ανέκαθεν βασικό κομμάτι για όλες τις ειδικότητες των μηχανικών. Οι γενικότερες εξελίξεις στην παραγωγή και στα ενεργειακά αποθέματα, καθώς και η σύγχρονη περιβαλλοντική επιβάρυνση, μετατρέπουν αντικειμενικά αυτά τα ζητήματα σε κρίσιμα ερωτήματα για την κατασκευή και το ενεργειακό αποτύπωμα των κτιρίων.
    Στην χώρα μας, αντί να παρακολουθούμε την διεθνή επιστημονική αναζήτηση θεσμοθετείται ο ΚΕΝΑΚ. Ο νέος Κανονισμός ΕΝεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων διαφημίστηκε ως μέτρο προστασίας του περιβάλλοντος. Η μελέτη ενεργειακής απόδοσης που υποχρεωτικά συνοδεύει πλέον όλα τα κτίρια, θεωρητικά θα οδηγήσει σε χαμηλή κατανάλωση ενέργειας και καλύτερες συνθήκες διαβίωσης, δηλαδή σε προστασία του περιβάλλοντος σε συνδυασμό με την εξοικονόμηση χρημάτων για τους κατοίκους. Στην πραγματικότητα ο ΚΕΝΑΚ αποδεικνύεται απόλυτα προσαρμοσμένος στις ανάγκες της αγοράς και ελάχιστα προσαρμοσμένος στις αρχές του βιοκλιματικού σχεδιασμού και στην σύγχρονη πολυπαραγοντική επιστημονική προσέγγιση του προβλήματος της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων. Εφαρμόζοντας ένα σύστημα αξιολόγησης που κατατάσσει τα κτίρια σε ενεργειακές κατηγορίες ο ΚΕΝΑΚ πριμοδοτεί υπερβολικά ότι φέρνει κέρδος στις εταιρείες οικοδομικών υλικών και ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού (κουφώματα, μονωτικά υλικά, λέβητες κα) και ελάχιστα έως καθόλου παράγοντες που μπορεί να έχουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα αλλά δεν αποφέρουν άμεσα κέρδος όπως τα ανοίγματα, η φύτευση, ο προσανατολισμός του κτιρίου κα. Τα αποτελέσματα μπορεί να είναι έως και τραγελαφικά, αναδεικνύοντας την ουσία του πολιτικού περιεχομένου της λεγόμενης «πράσινης ανάπτυξης».
  2. Η επαγγελματική άσκηση αυτού κομματιού της επιστήμης των μηχανικών αποσυνδέεται πλήρως από το πτυχίο. Δημιουργείται ξεχωριστό μητρώο ενεργειακών επιθεωρητών στο οποίο δεν μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι μηχανικοί.
    Ο νομοθέτης – και όχι τα επιστημονικά δεδομένα – ξεχωρίζει το κομμάτι της ενεργειακής επιθεώρησης ως επαγγελματική δραστηριότητα. Δημιουργείται με αυτόν τον τρόπο η εξής τραγελαφική κατάσταση: μηχανικοί που μπορούν να υλοποιούν «μελέτες ενεργειακής απόδοσης» δεν μπορούν να εκτελέσουν ενεργειακές επιθεωρήσεις.
  3. Για την ένταξη στο μητρώο ενεργειακών επιθεωρητών γίνεται υποχρεωτική η παρακολούθηση σεμιναρίων σε ιδιωτικά ΚΕΚ και στην συνέχεια η συμμετοχή σε εξετάσεις υπό την εποπτεία του ΤΕΕ.
    Είναι παροιμιώδη τα παραδείγματα σεμιναρίων πολύ χαμηλού επιπέδου, που μοναδικό στόχο είχαν την τεχνητή δημιουργία μιας αγοράς σεμιναρίων, που πλήρωσε ένας κλάδος σε κατάρρευση, στην προσπάθειά του να εξασφαλίσει μια θέση στον ήλιο, και φυσικά την εύκολη κερδοφορία των ιδιοκτητών των ιδιωτικών ΚΕΚ.
    Σημαντικός σε όλη αυτή την απάτη, ήταν ο ρόλος του ΤΕΕ. Το οποίο όχι μόνο δεν αντιστάθηκε σε αυτή την διαδικασία απαξίωσης του ρόλου των μηχανικών, αλλά αντίθετα πήρε μέρος στο παιχνίδι τόσο των σεμιναρίων με το ΙΕΚΕΜ-ΤΕΕ, όσο και στην διαδικασία των εξετάσεων – άλλο χαράτσι αυτό – οι οποίες πραγματοποιήθηκαν υπό την εποπτεία του.
  4. Η όποια διαδικασία ελέγχου συμμόρφωσης του τεχνικού έργου με τις απαιτήσεις της νομοθεσίας, από το κράτος περνάει στους ιδιώτες.
    Και μπορεί όσον αφορά το θέμα της ενεργειακής επιθεώρησης σήμερα, με την πραγματικότητα της ουσιαστικής υποβάθμισης του αντικειμένου, να μην δημιουργεί κάποιο σοβαρό προβληματισμό σήμερα. Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι επεκτείνεται το μοντέλο της μεταφοράς της ευθύνης, ατομικά στον μηχανικό, ο οποίος αμείβεται από τον «ελεγχόμενο». Τα αποτελέσματα του μοντέλου αυτού τα έχουμε ήδη δει στους τεχνικούς ασφαλείας και στους ελεγκτές δόμησης.
  5. Το αμέσως επόμενο βήμα είναι η συγκέντρωση της τεχνικής αυτής δραστηριότητας υπό την ομπρέλα μεγάλων γραφείων και επιχειρήσεων, με μισθούς γαλέρας για την πλειοψηφία των μηχανικών.
    Αυτή η διαδικασία αποτελεί και την ουσιαστική ολοκλήρωση της προσπάθειας μετά την οικονομική απαξίωση του αντικειμένου, την τρομακτική αύξηση του ανταγωνισμού, ελλείψει άλλων αντικειμένων για τους μηχανικούς και την πίεση της ανεργίας. Έτσι κι αλλιώς αποτελεί διακηρυγμένο στόχο ο οποίος θα απαιτήσει νέες νομοθετικές παρεμβάσεις οι οποίες θα αλλάζουν και το τεχνικό αντικείμενο και τους όρους άσκησής του. Θα συμπληρώνεται δε από μια πληθώρα άλλων παρόμοιων δραστηριοτήτων μηχανικού (πιστοποιήσεις, νομιμοποιήσεις, αδειοδοτήσεις κλπ)

Τελικά ο σύγχρονος καπιταλισμός «κλείνει» το επάγγελμα του μηχανικού και δεν το «ανοίγει»

Το ΔΝΤ, η ΕΕ, ο ΟΟΣΑ με τις περιβόητες εργαλειοθήκες του, οικονομολόγοι και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συμφωνούν και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για άλλες σκέψεις: Το «άνοιγμα» των κλειστών επαγγελμάτων θα επιφέρει έως και 2,4% αύξηση του ΑΕΠ, αύξηση της απασχόλησης και μείωση των τιμών για τους καταναλωτές. Όλα αυτά σαν αποτέλεσμα της αύξησης του ανταγωνισμού, που ως γνωστό έχει μαγικά αποτελέσματα.

Η πραγματικότητα διαψεύδει τις αναλύσεις αυτές. «Η κρίση «ακύρωσε» το άνοιγμα των επαγγελμάτων. Χαμηλές οι επιδόσεις των δραστηριοτήτων σε προστιθέμενη αξία και απασχόληση. Μικρότερος ο αριθμός των επαγγελματιών σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο. Όπως προκύπτει από τη σχετική μελέτη του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) στην οποία καταγράφεται η εξέλιξη 20 «νεοαπελευθερωμένων» επαγγελμάτων, τα οφέλη, σε όλους τους τομείς, είναι ανεπαίσθητα καθώς η πρωτοφανής κρίση εκμηδένισε την όποια δυναμική θα μπορούσαν να προσδώσουν στην οικονομία».(2)

Οι ενεργειακοί επιθεωρητές είναι ένα από αυτά τα 20 «απελευθερωμένα» επαγγέλματα. Και στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές τόσο το 2014 όσο και το 2015, η απελευθέρωσή του απασχόλησε σε υψηλότατο επίπεδο το Eurogroup και τις συναντήσεις των Ελλήνων πρωθυπουργών με την κα Μέρκελ.

Όσο αστεία και αν ακούγονται τα παραπάνω αναδεικνύουν μια άλλη πλευρά του θέματος: Η νεοφιλελεύθερη πολιτική, ή αλλιώς η κυρίαρχη πολιτική στον σύγχρονο καπιταλισμό, δεν είναι μια απαίτηση των αγορών. Είναι μια πολιτική επιβολής, και μάλιστα κρατική, υπέρ όλων αυτών που κερδίζουν στο όνομα των αγορών. Στα καθ’ ημάς επιβάλλεται σαφέστατα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεκάδες ευρωπαϊκές οδηγίες και νομοθετικές παρεμβάσεις επιβάλλουν την προσαρμογή του επαγγέλματος του μηχανικού, όχι με βάση το συμφέρον της κοινωνίας, αλλά με βάση την ανάγκη της αύξησης της κερδοφορίας και της παραγωγικότητας.

Η διαμόρφωση των τιμών για τον καταναλωτή ελέγχεται απόλυτα από την στρόφιγγα που ανοίγει ή κλείνει η κρατική πολιτική και όχι ο ανταγωνισμός. Απόδειξη το γεγονός ότι οι τιμές των ενεργειακών επιθεωρήσεων «πετάξανε» το χρονικό διάστημα μετά την υλοποίηση των εξετάσεων και του περιορισμού του αριθμού των μόνιμων ενεργειακών επιθεωρητών. Αντίθετα μετά τις νέες ρυθμίσεις του Αυγούστου που διευκόλυναν την εγγραφή των μηχανικών στα μητρώα, «πέσανε» πολύ χαμηλά.

Πολύ δε περισσότερο τις τιμές καθορίζει η πραγματική κατάσταση στην παραγωγή τεχνικού έργου και η οικονομική κατάσταση της κοινωνίας και όχι οι άδικες ρυθμίσεις των επαγγελματικών και εργασιακών δικαιωμάτων των μηχανικών. Μόλις προχθές ανακοινώθηκε ότι οι επενδύσεις στην κατοικία μειώθηκαν κατά 95%(1). Η κρίση και η αδυναμία του σύγχρονου καπιταλισμού να σταθεί ξανά γερά στα πόδια του, βάζοντας τις μηχανές της παραγωγής μπροστά, μπορεί να εξηγήσει πληρέστερα και πιο μακροπρόθεσμα, την αποτυχία των προβλέψεων σχετικά με το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.

Στη πράξη το «άνοιγμα» του επαγγέλματος σημαίνει: «κλειστό» για όλους αυτούς που έχουν τις σπουδές, τις γνώσεις και για αυτό το δικαίωμα να το ασκήσουν. «Κλειστό» για τους νέους μηχανικούς που δεν μπορούν ούτε στο ΤΕΕ να εγγραφούν αφού δεν μπορούν να καλύψουν τις ασφαλιστικές εισφορές. «Κλειστό» στους μηχανικούς που δεν μπορούν να πληρώνουν τα έξοδα των σεμιναρίων και των εξετάσεων. «Κλειστό» για την πλειοψηφία των μηχανικών αφού η ανεργία δεν αφήνει περιθώρια για ένα αξιοπρεπές εισόδημα και υποχρεώνονται σε μια απελπισμένη προσπάθεια ενός σκληρού και εξατομικευμένου ανταγωνισμού – όλοι εναντίον όλων.

Αλλά είναι «ανοιχτό» στο βάθεμα της εκμετάλλευσης για την πλειοψηφία των μηχανικών.

Όλες αυτές οι εξελίξεις που σηματοδοτεί η διαδικασία της θεσμοθέτησης των ενεργειακών επιθεωρητών δεν είναι τυχαίες ούτε αποσπασματικές. Δεν αποτέλεσαν μια λάθος επιλογή σε ένα επιμέρους ζήτημα. Αποτελούν κεντρική επιλογή και το γενικό μοντέλο διαμόρφωσης των δεδομένων της εκμετάλλευσης της εργασίας όχι μόνο των μηχανικών αλλά και όλων εκείνων των επαγγελμάτων που αποτέλεσαν στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια την ραχοκοκαλιά της λεγόμενης «μεσαίας τάξης».

Δεν είναι τυχαίες όλες οι πρωτοβουλίες που αφορούν το ασφαλιστικό, το φορολογικό και την άσκηση του επαγγέλματος των μηχανικών, των δικηγόρων, των γιατρών κλπ. Το μοντέλο ανάπτυξης που προωθείται είναι αυτό το μεγάλων επενδύσεων, της fast track ανάπτυξης, της εισόδου στην χώρα μας του πολυεθνικού-πολυκλαδικού κεφαλαίου σαν την μόνη σωτηρία. Σε αυτά τα πλαίσια δεν αρκεί μόνο να καταργήσεις τους περιορισμούς στην περιβαλλοντική καταστροφή, την κατάληψη των ελεύθερων χώρων, της δημόσιας γης και των ακτών αυτής της χώρας. Δεν αρκεί να του διαθέσεις τους ενεργειακούς πόρους ώστε ανενόχλητο να επενδύσει.

Απαιτεί και το σύνολο της κερδοφορίας που προκύπτει από την εργασία. Για αυτό επιβάλλει μια τομή στο εργασιακό περιβάλλον, το οποίο στην Ελλάδα είχε την ιδιαιτερότητα να καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από όλο αυτό το πλήθος των ελεύθερων επαγγελματιών, των μικρών γραφείων κλπ. Συνθλίβει λοιπόν όλο αυτό το κομμάτι, οδηγώντας το βίαια όχι στην κανονική μισθωτή εργασία της προηγούμενης περιόδου, αλλά στην σύγχρονη μισθωτή εργασία που δεν έχει καμία κανονικότητα και κανένα δίχτυ νομικής ή κοινωνικής προστασίας (π.χ. συλλογικές συμβάσεις). Στην μισθωτή εργασία που μόνο έτσι δεν θα αποκαλείται πλέον, αφού θα ξεκινάει από την υποχρεωτική μαθητεία και πρακτική άσκηση των φοιτητών, θα περνάει από τα voucher, τις πεντάμηνες συμβάσεις και τα μπλοκάκια και θα καταλήγει στην ανεργία και στην απελπισία.

Πόσο μάλλον που ανάλογες εξελίξεις παρατηρούμε σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο σχετικά με το μέλλον της ειδικευμένης και υψηλά ειδικευμένης εργασίας. Η κρίση, ο παγκόσμιος ανταγωνισμός και η μείωση της κερδοφορίας, μετατρέπουν ακριβώς αυτό το κομμάτι των εργαζομένων στο πλέον χτυπημένο κομμάτι οικονομικά και κοινωνικά. Ενώ την προηγούμενη δεκαετία – της εκτεταμένης εισόδου των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή – είχαν εξασφαλίσει σχετικά καλές αμοιβές, σήμερα αποτελούν τον κύριο στόχο.

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι τον θεσμό των ενεργειακών επιθεωρητών ακολούθησε και ο ανάλογος θεσμός των ελεγκτών δόμησης. Επίσης προωθούνται τα Προεδρικά Διατάγματα για την αλλαγή των επαγγελματικών δικαιωμάτων των μηχανικών, η θεσμοθέτηση του Μητρώου Κατασκευαστών Ιδιωτικών έργων κλπ. Ανάλογες αλλαγές προωθούνται στην εκπαίδευση. Όλα αυτά ακολουθούν τις προαναφερόμενες βασικές συντεταγμένες.

Απαραίτητο συμπλήρωμα όλων των παραπάνω αποτελεί η απουσία οργάνων μαζικής συλλογικής διεκδίκησης από την μεριά των εργαζόμενων μηχανικών.

Και πρέπει οπωσδήποτε να επισημανθεί ότι στην πρώτη φάση της επιβολής των εξετάσεων για τους ενεργειακούς επιθεωρητές, οι αγωνιστικές πρωτοβουλίες του Σωματείου Μισθωτών Τεχνικών-ΣΜΤ (που σταθερά σηκώνει το γάντι απέναντι σε αυτή την πολιτική που εμφανίζεται ως μονόδρομος) και άλλων συλλογικοτήτων, που στάθηκαν ενάντια στην διαδικασία των εξετάσεων, ακούμπησαν πάνω στην θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζόμενων μηχανικών σε όλη την ελλάδα, που ανεξάρτητα και από το αν γνώριζαν για το ΣΜΤ, έκαναν ουσιαστικά αποχή από τις εξετάσεις αυτές. Και αυτό γιατί με τον ένα ή άλλο τρόπο καταλάβαιναν ότι η όλη επιχείρηση, όπως και να διαφημιζόντανε από το ΤΕΕ, θα αποτελούσε ένα ακόμη βήμα στην υποβάθμιση της δουλείας τους.

Ο δρόμος του αγώνα και της συλλογικής διεκδίκησης, απέναντι στην κυρίαρχη πολιτική και την εργοδοσία, του απεγκλωβισμού από ένα συντεχνιακό συνδικαλισμό τύπου ΤΕΕ, αποτελεί και το μόνο πιθανό αντίπαλο δέος στην νέα κατάσταση που διαμορφώνεται.